Ένα τεραστίων διαστάσεων τερματικό συγκρότημα σιτηρών στο λιμάνι του Μικολάιβ της Ουκρανίας, καταστράφηκε ολοσχερώς από ρωσικά πυρά, επιδεινώνοντας την υφιστάμενη επισιτιστική κρίση.
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Τζοζέπ Μπορέλ, το τερματικό πλήγηκε από ρωσικό πύραυλο. Πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο τερματικό σταθμό σιτηρών στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με τη Νότια Επιχειρησιακή Διοίκηση της Ουκρανίας, η επίθεση με πυραύλους προήλθε από δυνάμεις της ρωσικής αεροπορίας που βρίσκονταν πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα. Η Ουκρανία ισχυρίστηκε ότι κατέρριψε δύο πυραύλους κρουζ, αλλά άλλοι έπληξαν λιμενικές εγκαταστάσεις και σιλό αποθήκευσης σιτηρών.
«Η ψευδο-μέριμνα για τους ανθρωπιστικούς διαδρόμους και το ξεμπλοκάρισμα των λιμανιών είναι απλώς ένας λόγος για να αποκτήσουμε πρόσβαση στη θαλάσσια υποδομή της Ουκρανίας», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η διοίκηση του στρατού.
Το λιμενικό συγκρότημα Nika-Tera στο Mικολάιβ, είναι ένας ιδιωτικός τερματικός σταθμός περίπου 30 ναυτικά μίλια στην ενδοχώρα από τη Μαύρη Θάλασσα στις εκβολές του Bug.
Τα σιλό του λιμανιού έχουν χωρητικότητα έως και 500.000 τόνους σιτηρών κάθε φορά και είναι εξοπλισμένα με τρία μηχανήματα χύδην φόρτωσης, για τη μετακίνηση έως και 1.500 τόνων σιτηρών την ώρα. Τα προηγούμενα χρόνια, έχει χειριστεί έως και έξι εκατομμύρια τόνους σιτηρών, σόγιας και ελαιούχων σπόρων ετησίως.
Η Ουκρανία έχει περισσότερους από 20 εκατομμύρια τόνους σιτηρών που έχουν «κολλήσει», λόγω του ρωσικού ναυτικού αποκλεισμού και οποιαδήποτε ζημιά στο λιμάνι θα μπορούσε να επιβραδύνει τις εξαγωγές – εάν και όταν οι διαπραγματευτές του ΟΗΕ μπορέσουν να πείσουν τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, να επιτρέψει την επανέναρξη της εμπορικής μεταφοράς τροφίμων.
Ο ρωσικός αποκλεισμός εμποδίζει την Ουκρανία να κερδίσει έσοδα από τις εξαγωγές σιτηρών, αλλά δημιουργεί επίσης μια ανθρωπογενή κρίση πείνας σε μέρη της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής – μια κρίση που δίνει στη Ρωσία περισσότερο πολιτικό μοχλό στις διαπραγματεύσεις με τους συμμάχους της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Ρώσοι διπλωμάτες προσφέρθηκαν έμμεσα να άρουν τον αποκλεισμό και να επιτρέψουν τη ροή τροφίμων στον αναπτυσσόμενο κόσμο, αλλά υπό ορισμένες προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της ελάφρυνσης των κυρώσεων για τη Ρωσία.