Η βροχή αποτελεί ένα φυσικό φαινόμενο με σημαντική επίδραση στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Από την αραίωση της αλμυρότητας, μέχρι την ενίσχυση της ανάπτυξης φυκιών, οι επιδράσεις στο θαλάσσιο κόσμο μετά από μία βροχόπτωση είναι ποικίλες.
Η βροχή, ως γλυκό νερό, έχει την ικανότητα να αραιώνει τη θαλάσσια αλμυρότητα, ειδικά σε παράκτιες περιοχές. Αυτή η αλλαγή μπορεί να επηρεάσει τους οργανισμούς που είναι προσαρμοσμένοι σε συγκεκριμένα επίπεδα αλμυρότητας. Ψάρια και ασπόνδυλα ενδέχεται να αντιμετωπίσουν προκλήσεις αν οι συνθήκες γίνουν πιο γλυκές από τις συνηθισμένες.
Από την άλλη οι βροχοπτώσεις μεταφέρουν θρεπτικά συστατικά από τη γη προς τη θάλασσα, όπως άζωτο και φωσφόρο. Αυτά τα στοιχεία ενισχύουν την ανάπτυξη φυκιών και πλαγκτόν, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξή τους. Ωστόσο, η υπερβολική αύξηση φυκιών μπορεί να προκαλέσει υποξία, δηλαδή χαμηλά επίπεδα οξυγόνου στο νερό.
Μαζί με τα θρεπτικά συστατικά, αυτά τα καιρικά φαινόμενα μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο διάδοσης οργανισμών. Αυγά και σπόροι φυτών που μεταφέρονται από τις παράκτιες περιοχές στις θάλασσες δημιουργούν νέες οικολογικές ισορροπίες. Αυτή η διαδικασία μπορεί να ενισχύσει την ποικιλία ειδών, ωστόσο στην αρνητική της πτυχή δύναται να καταστεί μέσο μεταφοράς ξένων ειδών που ενδέχεται να απειλήσουν τα τοπικά οικοσυστήματα ή να συμβάλλουν προς την υπερβολική ανάπτυξη φυκιών, που έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του οξυγόνου.
Επίδραση στη θαλάσσια ζωή
Αλλαγές στη θερμοκρασία και στην αλμυρότητα του νερού επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ψαριών και άλλων θαλάσσιων οργανισμών. Οι διεργασίες αναπαραγωγής και μετανάστευσης ενδέχεται να τροποποιηθούν από τις κλιματικές συνθήκες που σχετίζονται με τις βροχές, ενώ οι έντονες βροχοπτώσεις οδηγούν συχνά σε αύξηση της ρύπανσης. Χημικά και απόβλητα που προέρχονται από τις ξηρές περιοχές μπορούν να μεταφερθούν στη θάλασσα, επιβαρύνοντας το θαλάσσιο περιβάλλον και σοβαρές συνέπειες για την υγεία των θαλάσσιων οργανισμών.