Μια ζωή δεν φτάνει για να γνωρίσεις τις ομορφιές του κόσμου, τόσες γενιές πέρασαν από αυτό τον τόπο κι ακόμα δεν έχει πάψει να μας εκπλήσσει. Aρκούν όμως μερικές δεκαετίες εντατικής εκμετάλλευσης για να καταστραφεί η μοναδική όσο και άγνωστη ομορφιά.
Oταν μιλάμε για κοράλλια, κανενός το μυαλό δεν πάει στο Αιγαίο. Κι όμως σε βάθη 70-250 μέτρων βρίσκονται οι πανέμορφοι κοραλλιγενείς (έτσι ονομάζονται στη Μεσόγειο και όχι κοραλλιογενείς) οικότοποι. «Η ομορφιά τους σου κόβει την ανάσα. Ακόμα και οι ειδικοί επιστήμονες εξέφρασαν την έκπληξή τους για την ύπαρξη αυτού του μοναδικού περιβάλλοντος», λέει στην «Κ» ο Θοδωρής Τσιμπίδης, διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος», που ξεκίνησε ένα πιλοτικό πρόγραμμα καταγραφής και προστασίας των κοραλλιγενών οικοτόπων. Οι εικόνες που μετέφερε το τηλεκατευθυνόμενο βαθυσκάφος (ROV) από βάθη 90-98 μέτρων είναι μαγικές, τόσο που μοιάζουν επεξεργασμένες· κι όμως είναι απλώς αληθινές…
«Οι κοραλλιγενείς οικότοποι στη Μεσόγειο είναι αποικίες κοραλλιών, μαζί με ασβεστολιθικά ροδοφύκη, που οι ψαράδες ονομάζουν τραγάνες, και άλλα συστατικά. Δεν είναι μόνο η ομορφιά τους. Παίζουν πολύ ουσιαστικό ρόλο στην αναπαραγωγή των θαλάσσιων ειδών, έχουν πολύ υψηλότερη βιοποικιλότητα απ’ ό,τι άλλα σημεία. Από αυτές τις περιοχές εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η ζωή στη θάλασσα και βεβαίως η αλιεία. Σε αυτούς τους οικοτόπους υπολογίζεται πως ζουν 1.800 θαλάσσια είδη, μεταξύ αυτών και αρκετά πολύ εμπορικά είδη, όπως οι αστακοί και οι συναγρίδες», λέει στην «Κ» η θαλάσσια βιολόγος Αναστασία Μήλιου, διευθύντρια ερευνών στο «Αρχιπέλαγος».
Αν στα βάθη μέχρι 50 μέτρα τα παραγωγικά οικοσυστήματα είναι κυρίως τα υποθαλάσσια λιβάδια (ιδιαίτερα σημαντικά είναι αυτά της Ποσειδωνίας), κατεβαίνοντας πιο βαθιά συναντάμε τις κοραλλιγενείς συνθέσεις.
Οπως εξηγεί η κ. Μήλιου, στο Αιγαίο οι κοραλλιγενείς οικότοποι βρίσκονται σε μεγαλύτερα βάθη απ’ ό,τι στη δυτική Μεσόγειο, γιατί τα νερά του έχουν μεγαλύτερη διαύγεια, μεταφέροντας φως πιο βαθιά. «Γι’ αυτόν τον λόγο οι αποικίες κοραλλιών του Αιγαίου, που ζουν στη μεσοφωτική θαλάσσια ζώνη, προστατεύονται περισσότερο από τις εναλλαγές θερμοκρασίας, αφού στα βάθη που υπάρχουν η θερμοκρασία μεταβάλλεται λίγο και πολύ αργά», σημειώνει η ερευνήτρια του «Αρχιπελάγους».
Η ηλικία των κοραλλιγενών συνθέσεων στο Αιγαίο υπολογίζεται σε 7.500 χρόνια, ενώ η ανάπτυξή τους είναι εξαιρετικά αργή, δεν ξεπερνά το ένα χιλιοστό τον χρόνο. Μιλάμε για ομορφιά που δίνεται με το σταγονόμετρο και για καταστροφή που –εάν συμβεί– είναι ανεπανόρθωτη.
Οι κίνδυνοι
Και όμως αρκεί το πέρασμα ενός βαριού συρόμενου αλιευτικού εργαλείου από πάνω τους για να συντρίψει για πάντα τους οικοτόπους και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα να καταστρέψει το έργο αιώνων της φύσης. Σοβαρή ζημιά μπορούν να προκαλέσουν και εγκαταλελειμμένα δίχτυα, ενώ σε συνολικό εκμηδενισμό οδηγούν οι εκρήξεις δυναμίτη, που δυστυχώς ακόμα χρησιμοποιούνται από ασυνείδητους.
«Οι κοραλλιγενείς οικότοποι επιβιώνουν μόνο από τύχη. Με βάση την ελληνική, την ευρωπαϊκή και τη διεθνή νομοθεσία αποτελούν προστατευόμενες περιοχές. Στην Ελλάδα αλλά και άλλες περιοχές της Μεσογείου κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει στην πράξη, γιατί πολύ απλά κανείς δεν ξέρει πού βρίσκονται αυτά τα ευάλωτα οικοσυστήματα. Δεν έχουν γίνει χαρτογράφηση και οριοθέτηση, έτσι ώστε να απαγορευτεί στις περιοχές αυτές η χρήση συρόμενων αλιευτικών εργαλείων και άλλων καταστροφικών πρακτικών», υπογραμμίζει η κ. Μήλιου.
Ηδη άλλα πεδία πλούσια σε βιοποικιλότητα, όπως οι υψηλές τραγάνες, έχουν λεηλατηθεί και καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό από την εντατική αλιεία, εξαντλώντας βάναυσα τις πηγές πλούτου του σήμερα και του αύριο.
Πρόγραμμα πιλοτικής καταγραφής τους
«Στα βαθιά νερά της Μεσογείου και ιδίως στο Αιγαίο κρύβεται ένα μυστικό που κινδυνεύουμε να χάσουμε προτού καν μάθουμε ότι υπάρχει. Οι κοραλλιγενείς οικότοποι αποτελούν κάποια από τα πιο σύνθετα και πιο πλούσια θαλάσσια οικοσυστήματα της Μεσογείου. Παράλληλα όμως είναι ίσως και τα λιγότερο μελετημένα», σημειώνει το Ινστιτούτο «Αρχιπέλαγος». Σε συνεργασία με το Περιφερειακό Κέντρο Δράσης των Ηνωμένων Εθνών για τη Μεσόγειο (UNEP/MAP SPA/RAC) και με το τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου του Εσεξ της Αγγλίας, καθώς και με τη στήριξη του γαλλικού φορέα Pure Ocean, το «Αρχιπέλαγος» προχωρά στη δράση «Προστατεύοντας τα κοραλλιογενή του Αιγαίου» (Protecting Aegean Coralligene).
Αξιοποιώντας το σκάφος του Ινστιτούτου «Aegean Explorer» και με σύγχρονο αλλά προσιτό εξοπλισμό, οι ερευνητές του «Αρχιπελάγους» ξεκίνησαν την περιπέτεια της καταγραφής των κοραλλιγενών οικοτόπων, στοχεύοντας να αναπτύξουν μία νέα μεθοδολογία σχετικά χαμηλού κόστους αλλά υψηλής επιστημονικής αξιοπιστίας, με σύγχρονα ερευνητικά εργαλεία (ROV, multibeam sonar, biomass scanner, CTD).
«Στόχος μας είναι να μπορεί να εφαρμόζεται από μικρά ερευνητικά σκάφη ανά τη Μεσόγειο, συμβάλλοντας στην πιο αποτελεσματική έρευνα και προστασία αυτών των ευάλωτων θαλάσσιων οικοτόπων. Παράλληλα θα συγκεντρωθούν βίντεο υψηλής ευκρίνειας και από εντυπωσιακά ζωντανά κοραλλιογενή αλλά και από κατεστραμμένα, με στόχο την ευαισθητοποίηση του κοινού και των αρχών στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Η τεχνολογία μας βοηθάει στο συγκεκριμένο πεδίο», λέει στην «Κ» ο κ. Τσιμπίδης, διευθυντής του «Αρχιπελάγους». «Κατεβαίνοντας εκεί κάτω βλέπουμε απίστευτη ομορφιά, αλλά και πραγματικές χωματερές σκουπιδιών. Η θάλασσα δεν μπορεί πια να αντιδράσει. Δεν μπορεί να είναι το χαλί κάτω από το οποίο κρύβουμε τα αδιέξοδά μας», τονίζει ο έμπειρος ερευνητής.
Το πιλοτικό πρόγραμμα θα αναπτυχθεί κατ’ αρχάς στις περιοχές των Φούρνων, της Αμοργού, της Κινάρου και της Δονούσας.
«Είναι ένα καινούργιο πεδίο δράσης για το “Αρχιπέλαγος”. Εχουμε μεγάλο αίσθημα ευθύνης για το κατά πόσο θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε αυτά τα ιδιαίτερα σημαντικά οικοσυστήματα, αφενός από τις ολοένα και πιο έντονες ανθρώπινες απειλές και αφετέρου από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, καθώς ήδη κατά καιρούς καταγράφουμε ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες στα μεγάλα βάθη», αναφέρει η κ. Μήλιου.
Γιατί ακριβώς εκεί είναι η ουσία. Δεν έχουμε να κάνουμε με πολλά μεγάλα ή μικρότερα προβλήματα, ασύνδετα μεταξύ τους, που μπορούν να αντιμετωπιστούν με ξεχωριστά «προγράμματα» και «δράσεις». Αντιμετωπίζουμε ένα συνολικό πρόβλημα περιβαλλοντικής κρίσης, που απαιτεί από το καράβι να αλλάξει ρότα.
Πηγή: kathimerini.gr