Όλα άρχισαν από ένα δημοσίευμα των Los Angeles Times που πυροδότησε αντιδράσεις. Κατέγραφε ότι ο ιός μπορεί να μεταφέρεται από τα λύματα στα θαλάσσια ύδατα και από εκεί ξανά στον αέρα. Τι ισχύει όμως και ποια ερωτήματα μένουν αναπάντητα;
Την ώρα που οι περιορισμοί προς αναχαίτιση της διασποράς του ιού, περιελάμβαναν το κολύμπι, το ψάρεμα και κάθε είδους δραστηριότητα στη θάλασσα, αναπόφευκτη ήταν η συζήτηση που πήρε φωτιά διεθνώς για τον κίνδυνο να κολλήσει ή να μεταδώσει κάποιος τον κορωνοϊό, αν επισκεφθεί ακτές και παραλίες ή αν κολυμπήσει στη θάλασσα.
Περισσότερο επηρεάζεται η Ελλάδα και άλλες χώρες που διαθέτουν ακτογραμμή και οι πολίτες έχουν ως πρώτη επιλογή την παραλία για να ασκηθούν, να εισπνεύσουν καθαρό αέρα ή ακόμα και μια βόλτα ή καφέ στην παραλία.
Αρχές Απριλίου που άρχισαν οι απαγορεύσεις στο κολύμπι σε Κύπρο και Ελλάδα, υπήρξε ένα δημοσίευμα στην εφημερίδα Los Angeles Times με τίτλο «Κορωνοϊός στις παραλίες; Οι σέρφερ και οι κολυμβητές πρέπει να μείνουν μακριά» έλεγε η επιστήμονας Kim Prather, αναγνωρισμένη χημικός με εξειδίκευση στην χημεία της ατμόσφαιρας, στο Ωκεανογραφικό Ίδρυμα Scripps του Λος Άντζελες.
Στο δημοσίευμα αναφερόταν ότι σύμφωνα με έρευνα που διεξάγει η Prather, πιστεύεται ότι ο SARS-CoV-2, ο ιός που προκαλεί το COVID-19, θα μπορούσε να εισέλθει στα παράκτια ύδατα και να μεταφερθεί ξανά στον αέρα κατά μήκος των ακτών. Πιο συγκεκριμένα η Prather, ανάμεσα σε άλλα, εκδήλωσε την ανησυχία της για το ότι ο κορωνοϊός θα μπορούσε να εισέλθει στον ωκεανό από διαρροές και εκροές λυμάτων και στη συνέχεια να επανέλθει στην ατμόσφαιρα.
Στόχος της ήταν να κάνει τους ανθρώπους να σκεφτούν τις σημαντικές συνδέσεις με την ατμόσφαιρα γύρω από τον ωκεανό και ότι υπάρχουν ακόμα τόσα πολλά αναπάντητα ερωτήματα, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά που δεν είναι ακόμη γνωστά και πως όποιος φυλάει τα ρούχα του έχει τα μισά.
Οι δηλώσεις της Prather οι οποίες, όπως ανέφερε το δημοσίευμα, προορίζονταν για να προφυλάξει όσους πηγαίνουν στις παραλίες, πυροδότησαν μια καταιγίδα διαμάχης – ιδιαίτερα μεταξύ των σέρφερ-ενώ υπήρξαν πολλές διαδικτυακές αναρτήσεις στις οποίες η επιστήμονας κατηγορήθηκε ότι προκαλεί φόβο και υστερία. Πολλές από αυτές μάλιστα περιείχαν προσβλητικούς χαρακτηρισμούς και ορισμένες έφτασαν να την απειλούν ανοιχτά.
Ανησυχία στη βάση βιβλιογραφίας
Αντιδρώντας δύο μέρες αργότερα η επιστήμονας ανέβασε μια μακροσκελή ανάρτηση στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook στην οποία μιλούσε για αποσπασματική μετάδοση των δηλώσεων της από την LA TIMES, κάτι που προκάλεσε φόβο, αγωνία και απογοήτευση στους νθρώπους.
«Για την ιστορία, το δημοσίευμα υποτίθεται θα επικεντρωνόταν στο γεγονός ότι τα αερολύματα (aerosols) μπορούν να «ταξιδέψουν» μακρύτερα από τα δύο μέτρα, ειδικά αν βρίσκεστε σε μια πολυσύχναστη παραλία, γεγονός που συνέχιζε να συμβαίνει στις παραλίες της περιοχή μας. Αυτή η διαπίστωση της μεταφοράς των αερολυμάτων βγήκε σε διάφορα άρθρα σε διάστημα δύο ημερών. Το ζήτημα είναι ότι ο ΠΟΥ βασίζει την οδηγία της απόστασης των δύο μέτρων σε έρευνα που έγινε τη εκαετία του 1930 πριν την ύπαρξη οργάνων που μπορούν να εντοπίζουν τα μικροσκοπικά σωματίδια αερολύματος.
Από τότε έχει αποδειχθεί στη δημοσιευμένη βιβλιογραφία ότι οι άνθρωποι μπορούν να εκπνέουν μικρά σωματίδια αερολύματος που δεν καθιζάνουν μέσα στα δύο μέτρα – μπορούν να επιπλέουν για ώρες. Σημειώστε ότι εκπέμπονται στον αέρα χωρίς βήχα. Με βήχα, αποβάλλονται πολύ μεγαλύτερα σταγονίδια που υποχωρούν ρήγορα».
Σε έναν κόσμο που έχει συνηθίσει να βρίσκει άμεσες απαντήσεις σε ερωτήματα στο Διαδίκτυο, η αδυναμία των επιστημόνων να προσφέρουν οριστικές απαντήσεις σε φαινομενικά απλές ερωτήσεις όπως το εάν «είναι ασφαλές να μπαίνουμε στη θάλασσα» έχει προσθέσει περισσότερο άγχος στις ζωές όλων μας μια και η πανδημία έχει φέρει τα πάνω-κάτω