Παρά το γεγονός ότι τα περιστατικά επιθέσεων στην Ερυθρά Θάλασσα βρίσκονται σε πτωτική ρότα, η ανησυχία της ναυτιλιακής βιομηχανίας δεν έχει καταλαγιάσει. Στον Κόλπο του Άντεν, οι αφίξεις δεξαμενόπλοιων ήταν κατά 92% μειωμένες την εβδομάδα με πέρας την 5η Φεβρουαρίου έναντι του μέσου όρου των πρώτων δύο εβδομάδων του Δεκεμβρίου. Παρόμοια εικόνα κατεγράφη και στις αφίξεις πλοίων μεταφοράς οχημάτων (-91%), αλλά και ευρύτερα στη ναυτιλιακή κίνηση (-73%).
Συνεπώς, είναι εμφανές ότι τα πλοία συνεχίζουν να πλέουν γύρω από τη νότια πλευρά της Αφρικής, ακολουθώντας τον μακρύτερο δρόμο. Από τη μία πλευρά, ένα σημαντικό απότοκο του εν λόγω γεγονότος είναι η άνοδος των τονομιλίων, καθώς τα εμπορεύματα διανύουν μεγαλύτερη απόσταση πριν από την παράδοσή τους. Από την άλλη, υπάρχουν και λιγότερο «καλοδεχούμενες» επιδράσεις, όπως η αύξηση της ταχύτητας των πλοίων.
Δεδομένα της Alphaliner καταδεικνύουν ότι η ταχύτητα των containerships έχει αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 1,5 κόμβο (από 15 στους 16,5). Η συγκεκριμένη αύξηση της ταχύτητας, παρότι μικρή, μειώνει κατά τρεις ημέρες τη διάρκεια ενός ταξιδιού από τη Σιγκαπούρη στο Ρότερνταμ (από 34 ημέρες στις 31). Την ίδια ώρα, η μικρή αυτή άνοδος στις ταχύτητες των πλοίων αυξάνει και την κατανάλωση του καυσίμου και κατ’ επέκταση τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Μάλιστα, δεν είναι μόνο οι εταιρείες τακτικών γραμμών που προβαίνουν σε αύξηση της ταχύτητας πλεύσης. Και οι εταιρείες διαχείρισης bulk carriers αυξάνουν τις ταχύτητές τους. Το παράδειγμα των containerships και των bulk carriers είναι μείζονος ενδιαφέροντος, καθώς τόσο τα bulk carriers αλλά ακόμα περισσότερο τα containerships τα τελευταία έτη έπλεαν με χαμηλότερες ταχύτητες.