Είναι ένα πολύχρωμο εντυπωσιακό ψάρι με μυτερά πτερύγια και τα τελευταία χρόνια αναπαράγεται στη Μεσόγειο και εντοπίζεται σε αφθονία και στις θάλασσες της Κύπρου. Το αγκαθωτό αυτό ψάρι βρίσκεται υπό μελέτη στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος Relionmed– Life.
Ομάδα ερευνητών, έχει δημοσιεύσει νέα μελέτη για το λεοντόψαρο με εξαιρετικά ενδιαφέροντα αποτελέσματα, τόσο για ειδικούς, όσο και για όσους ασχολούνται με το ψάρεμα, την κατάδυση και όσους αγαπούν τη θάλασσα και το βυθό.
Το λεοντόψαρο, είναι ένα από τα περίπου 820 ξενικά είδη που έχουν «εισβάλει» στη Μεσόγειο από άλλες θάλασσες και χαρακτηρίζεται ως απειλή.
Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη, το λεοντόψαρο έχει μια εξαιρετικά γρήγορη εξάπλωση και τα θηράματά του δεν το αναγνωρίζουν ως εχθρό. Παρουσιάζει παρόμοια βιολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά με τον Δυτικό Ατλαντικό (γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης, γρήγορη αναπαραγωγική ωρίμανση, τρέφεται με μεγάλο εύρος ειδών, κ.α.) όπου «ευθύνεται» για πολλές καταστροφές.
Τρώγεται, αν αφαιρεθούν τα δηλητηριώδη αγκάθια
Αν και πολύ όμορφο ψάρι, το λεοντόψαρο θεωρείται κίνδυνος για ανυποψίαστους κολυμβητές που κολυμπούν πάνω σε βράχια, αλλά και για δύτες που δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα ναυάγια, τεχνητούς και φυσικούς υφάλους.
Αυτό οφείλεται στο ότι το ψάρι φέρει δηλητηριώδη αγκάθια στην πλάτη. Το δηλητήριό του δεν είναι υψηλού κινδύνου, αλλά ο κάθε άνθρωπος μπορεί να αντιδράσει διαφορετικά στο τσίμπημά του. Σε σύγκριση με άλλα εισβολικά ψάρια, το λεοντόψαρο είναι βρώσιμο και ενθαρρύνεται η κατανάλωσή του αφού αφαιρεθούν τα αγκάθια.
Το Λεοντόψαρο έχει εξαπλωθεί δραστικά και πολύ γρήγορα γύρω από την Κύπρο από τότε που έχει πρωτοπαρατηρηθεί (τέλη 2012), και παρουσιάζεται έντονα κυρίως στα ανατολικά του νησιού, σε περιοχές με σκληρό υπόστρωμα, φυσικούς και τεχνητούς υφάλους.
Η διατροφή του αποτελείται από είδη ασπόνδυλων και ψαριών, κάποια εκ των οποίων είναι υψηλής οικονομικής και οικολογικής σημασίας.
Η αύξηση του πληθυσμού του λεοντόψαρου στη Κύπρου μαζί με την ευκαιριακή του διατροφή, μπορεί να επιφέρει αρνητικές συνέπειες στην αλιεία, αλλά και στους τοπικούς θηρευτές (π.χ. ορφός) που τώρα ανταγωνίζονται για τα ίδια θηράματα.
Το δείγμα λεοντόψαρων που έχει παρθεί στην έρευνα (262 ψάρια) αποτελείται από ψάρια διάφορων μεγεθών (από 8 cm μέχρι 37 cm) και ηλικιών (από 0.5 μέχρι 4 χρονών), γεγονός που δείχνει την επιτυχημένη εγκατάσταση τους στο νησί.
Τα θηλυκά λεοντόψαρα ήταν περισσότερα από τα αρσενικά, κάτι που είναι ανησυχητικό δεδομένου ότι ένα αρσενικό μπορεί να ζευγαρώσει με πολλά θηλυκά, προκαλώντας πληθυσμιακή έκρηξη σε ταχύτερο ρυθμό.
Τα λεοντόψαρα στη Κύπρο, όπως και αυτά στο δυτικό Ατλαντικό, παρατηρούνται να μεγαλώνουν περισσότερο και γρηγορότερα σε μέγεθος από αυτά του Ινδικού Ωκεανού.Η αναπαραγωγική τους περίοδος εστιάζεται το καλοκαίρι όπου τα νερά θερμαίνονται και παραμένουν ζεστά κατά τη διάρκεια του Αυγούστου.
Εν κατακλείδι, το λεοντόψαρο ήρθε για να μείνει, όμως ο πληθυσμός του πρέπει να κρατηθεί σε χαμηλά επίπεδα μέσω της αλίευσής του. Αυτό θα αποτρέψει τις καταστροφικές συνέπειες στη Μεσόγειο Θάλασσα, όπως παρατηρήθηκαν στην οικονομία και στα οικοσυστήματα του δυτικού Ατλαντικού Ωκεανού.
Πηγή : Philenews